Η μορφή και η δράση του ήρωα της ελληνικής επανάστασης Γεωργίου Καραϊσκάκη συνιστούν ένα κεφάλαιο μοναδικής αξίας, που εκπλήσσει, συγκινεί και συναρπάζει όχι μόνο τον απλό αναγνώστη αλλά και τον ερευνητή της νεότερης ιστορίας μας. Δύσκολα θα συναντήσει κανείς κάτι ανάλογο στον παγκόσμιο χάρτη των εθνικών και απελευθερωτικών αγώνων που διαμόρφωσαν το σύγχρονο κόσμο. Ο ελληνικός λαός βρήκε στο πρόσωπό του τη δικαίωση της συλλογικής του αγωνίας και πίστεψε πλέον πως το ιερότερο και πολυτιμότερο κομμάτι της πατρίδας του είναι αυτό που ποτίστηκε με το αίμα των δικών του παιδιών και σφυρηλατήθηκε με το πείσμα τους να περάσουν με την προσωπική τους θυσία από την ανωνυμία και την περιφρόνηση στην επωνυμία και την αξιοπρέπεια.
Ο δήμος Γεωργίου Καραϊσκάκη και το Δημοτικό Διαμέρισμα της Σκουληκαριάς, η οποία υπήρξε η γενέτειρα και πατρίδα του ήρωα, αισθάνονται υπερήφανοι που σε τούτο τα τοπίο και σε τούτα τα αιματοβαμμένα και ιερά χώματα αντίκρισε το πρώτο φως της ζωής του, ο αρχιστράτηγος της ελληνικής επανάστασης Γεώργιος Καραϊσκάκης. Στη γη του Ραδοβιζίου και του Βάλτου έδρασε η κλεφτουριά και γράφτηκαν μερικές από τις πιο λαμπρές σελίδες της ελληνικής ιστορίας.
Με την έκδοσή μας αυτή φιλοδοξούμε να αποτίσουμε έναν ελάχιστο φόρο τιμής που οφείλουμε στον ήρωα Γεώργιο Καραϊσκάκη και σε ότι το όνομά του σημαίνει για την ελευθερία της πατρίδας μας. Φιλοδοξούμε ταυτόχρονα να διακηρύξουμε με αδιάσειστα στοιχεία πως ο Γεώργιος Καραϊσκάκης ξεκίνησε το σκληρό και επίπονο ταξίδι του προς τη δόξα του αγώνα και της θυσίας από τον τόπο που γεννήθηκε και μεγάλωσε. Από τον τόπο που πόνεσε και ονειρεύτηκε. Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης ήταν παιδί της Σκουληκαριάς. Ύστερα έγινε αρχηγός της Ελλάδας. Με το θάνατό του κέρδισε την αιωνιότητα και την οικουμενικότητα.
Ο Καραϊσκάκης – ο γιος της καλογριάς, όπως έμεινε γνωστός στο διάβα της ιστορίας – είναι η πιο καταπληκτική, ίσως και η πιο δραματική μορφή από τους αγωνιστές του ’21. Περίφημος σαν κλέφτης του Κατσαντώνη και αρματολός των Αγράφων, γρήγορα διακρίθηκε στους αγώνες και δικαίως ανακηρύχθηκε αρχιστράτηγος της Ελλάδας, ενσαρκώνοντας στη μορφή του τον γνήσιο λαϊκό ηγέτη.
Η αρτινή του καταγωγή, αφού γεννήθηκε το 1782 στη Σκουληκαριά, μας γεμίζει με υπερηφάνεια, καθώς η μορφή του Καραϊσκάκη υπερέβη τα στενά τοπικά όρια και έχει γίνει πανεθνικό σύμβολο.
Η πορεία της ζωής του πολυκύμαντη. Τις στερήσεις και τον κοινωνικό αποκλεισμό των παιδικών του χρόνων, λόγω του οικογενειακού του ιστορικού, ακολουθεί η ένδοξη πορεία του αγώνα, όπου μέσα από φιλίες και αντιπαλότητες, πολιτικές έχθρες και σκευωρίες έρχεται η δικαίωση και η αναγνώριση.
Ο θάνατός του και αυτός αινιγματικός. Αδημονεί και σκέπτεται μέχρι την ύστατη ώρα τη Λευτεριά και την ομόνοια των Ελλήνων, γι’ αυτό και παίρνει μαζί του το μεγάλο μυστικό του θανάτου του, αρνούμενος να κατονομάσει το δολοφόνο του σε μια κατάθεση του μεγαλείου της ψυχής του ηρώα.
Ο θάνατος του «Αχιλλέα της Ρωμιοσύνης», όπως χαρακτήρισε τον Καραϊσκάκη ο μεγάλος μας ποιητής Κωστής Παλαμάς, βύθισε σε πένθος όλους τους ‘Ελληνες.
Εμείς όλοι οι Αρτινοί υποκλινόμαστε στο μεγαλείο του μεγάλου αυτού Άνδρα, του γνήσιου και ανιδιοτελούς αγωνιστή της επανάστασης του ’21, τον τιμούμε σαν γνήσιο τέκνο της Άρτας και δεν ανεχόμαστε τη διαστρέβλωση της ιστορικής του καταγωγής.
Αξιώθηκε να αντιπαλέψει τη μοίρα του. Και από το τίποτα που του όρισε εκείνη, αυτός ξεπετάχτηκε μόνος και αδέσποτος. Δρόμος του η περιπλάνηση και η ανάγκη. Ο αγώνας. Η επιβίωαη. Και πέρασε αγέρωχος και ανυπόταχτος, στη λαμπρή αιωνιότητα. Με το σπαθί του μονάχα. Μ’ αυτό. Και με το πείσμα του. Τη λεβεντιά του, την τρέλα του.
Βάδισε ατρόμητος ανάμεσα στις φλογισμένες μπάλες του άνισου αγώνα. Επαναστάτης. Ή όλα ή τίποτα. Συναντήθηκε με το θάνατο. Πολλές φορές. Δεν τον λογάριασε. Τι είχε να χάσει; Κι ανεβαίνοντας στις πλαγιές, στις κορφές και στη χαίτη του ανέμου, ανταμώθηκε με τους τίτλους του έθνους και του γένους τους εκλαμπρότατους. Δεν τον συγκίνησαν. Δεν τον κέρδισαν.
Τις τελευταίες στιγμές της ζωής του, πληγωμένος από βόλι ελληνικό, κάλεσε δίπλα του τα παλικάρια του. «εις μεν τον υιόν μου, αφήνω το τουφέκι μου, την μόνην μου περιουσίαν, την οποία έχω τώρα. Τας δε θυγατέρας μου τας αφιερώνω εις σας τους συναγωνιστάς μου», τους είπε.
Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης δε χωρά σε ένα τόπο μονάχα. Δεν ανήκει στο έθνος του μόνο, δεν είναι παιδί μονάχα της δικής του μονάχα φυλής. Είναι παιδί όλου του κόσμου.
Η ζωή και ο θάνατος του Γεωργίου Καραϊσκάκη είναι μια από τις πιο συγκλονιστικές αλλά και πιο αποκαλυπτικές σελίδες της επανάστασης του ’21. Είναι μαζί και μια από τις πιο ορατές όψεις του μεγαλείου και της τραγωδίας των ελλήνων, όπως αυτή γράφτηκε με το αίμα, τις διώξεις, τον πόνο και τον αγνό πατριωτισμό των ταπεινών και κυνηγημένων ανθρώπων της φυλής μας.
Οι εσωτερικές αντιθέσεις, οι ταλαντεύσεις, οι συγκρούσεις, οι ώρες των ασυγκράτητων ύβρεων μιας γλώσσας που δεν ήξερε τι θα πει χαλινός και οι ώρες μιας βαθιάς σιωπής που στέναζε μέσα σε μια αβάσταχτη και απερίγραπτη βουβή πίκρα.
Οι μεγαλόπρεπες κορυφώσεις και οι βασανιστικές υποχωρήσεις, η επική ανάβαση και ο λυρισμός των εκρήξεων και των εξομολογήσεων.
Οι πτυχές της ψυχής του δεν είναι παρά τα γνήσια χαρακτηριστικά ενός γένους που ξεχύνεται σαν χείμαρρος ξαφνικά και ξετινάζει τα μικρά και μεγάλα φράγματα της σύνεσης και της φρονιμάδας που ορθώνονται και επανορθώνονται χρόνια μπροστά του.
Όλο το σκηνικό της γέννησης και της δράσης του Γεωργίου Καραϊσκάκη παραπέμπει σε αρχαίες τραγωδίες κι αναζητά έναν σύγχρονο τραγωδό. Γεννήθηκε το 1782 στο μοναστήρι «Κοιμήσις της Θεοτόκου» της Σκουληκαριάς. Μητέρα του ήταν η Ζωίτσα ή Διαμάντω Ντιμισκή. Καρπός μιας ασυγχώρητης ερωτικής πράξης, πατέρα δεν γνώρισε κι ίσως ποτέ στη ζωή του γι’ αυτόν να μην έμαθε και κανείς να μην του ‘πε. Το Νίκο Πλακιά που τον έσπειρε, τον σκότωσαν τα αδέρφια της μάνας του, γιατί πρόσβαλε την τιμή τους.
Τα αδέρφια της μάνας του που σκοτώσαν για αποκατάσταση της τιμής τους, σκοτώσαν οι συγγενείς του Νίκου Πλακιά για να πάρουν εκδίκηση και να ξεπλύνουν με το αίμα τους τη ντροπή της φαμίλιας τους. Και το παιδί που γεννήθηκε και το κράτησε η μάνα του στη ζωή, φασκιωμένο μες στην απόγνωση και την απόρριψη, βρέθηκε να κλυδωνίζεται κι απελπισμένα, με νύχια και δόντια, να μάχεται να σωθεί μεγαλουργώντας, για να διώξει από πάνω του τις κηλίδες που οι άλλοι γέμισαν τη ψυχή και την ύπαρξή του.
Μια εβδομάδα μετά την γέννηση του παιδιού, ο ηγούμενος της μονής Καλλίνικος Τρίμπος, ντόπιος Σκουλικαρίτης, θείος της Ζωίτσας, στέλνει τη μητέρα του μαζί με το νεογέννητο στο μοναστήρι του Μαυροματίου Άγιο Γεώργιο, με τον ηγουμενο του οποίου διατηρούσε φιλικές σχέσεις. Τέσσερις μέρες έκανε να φτάσει στο Μαυρομάτι η Ζωίτσα ή Διαμάντω. Τέσσερα χρόνια έμεινε στο μοναστήρι με το παιδί της. Ο ηγούμενος το τάζει στον Άγιο Γεώργιο και του δίνει το όνομά του.
Όταν η Ζωίτσα ή Διαμάντω Ντιμισκή παίρνει το δρόμο της επιστροφής για το χωριό της, ‘όλα πλέον έχουν αλλάξει σε αυτό. Η πρώτη πράξη της τραγωδίας έχει κλείσει. Το χωριό ζει στον απόηχο των παθών και των φόνων. Αντί για τη Σκουληκαριά, παίρνει το δρόμο για τη Τούνιστα (σήμερα Σταθάς) του Βάλτου, για να μπει και να δουλέψει στο πλούσιο σπίτι του συγγενή της Δημητρίου ‘Ισκου. Εκεί μεγαλώνει ανάμεσα στα ξαδέρφια του και στα άλλα παιδία του χωριού ο μικρός και ατίθασος Γιώργος. Κι εκεί παίρνει το επίθετό του. Γεώργιος Ίσκος. Ισκάκης γιατί ήταν αδύνατος και καχεκτικός. Καράς γιατί ήταν μαυριδερός. Κατέληξε τέλος στο Καραϊσκάκης.
Δώδεκα χρονών γυρίζει ο Καραϊσκάκης με τη μητέρα του στο χωριό του. Δώδεκα χρονών σκοτώνει τον πρώτο Τούρκο, του παίρνει τα όπλα και χάνεται σαν αγρίμι στις πλαγιές και στις χαράδρες της Σκουληκαριάς. Ακολουθώντας το μπουλούκι των κλεφτών του Φώτη Σκαλτσογιάννη κι έχοντας αχώριστη συντροφιά τον ξάδερφό του Νίκο Ντιμισκή και άλλους Σκουλικαρίτες, γυρόφερνε στη Σκουληκαριά, στα Ραδοβίζια, στα Τζουμέρκα, στο Βάλτο και στα Άγραφα, αρματωμένος σαν αστακός.
Σε μια σύγκρουση με τους Τούρκους συλλαμβάνεται και οδηγείται στον Αλή Πασά στα Γιάννενα. Ο Αλής, κάνοντας το χατήρι του Δημητρίου Ίσκου και του Γώγου Μπακόλα, όχι μόνο δεν τον τιμώρησε, αλλά εκτιμώντας την εξυπνάδα του και τα πολεμικά του προσόντα, τον κατέταξε στην προσωπική του φρουρά.
Σε ηλικία 16 ετών παίρνει μέρος στην εκστρατεία του Αλή Πασά κατά του Πασβάνογλου, όπου με το ψευδώνυμο Καρά Αλής, μπήκε στο κάστρο του Βιδινίου και βγήκε χωρίς να τον αντιληφθεί κανείς, εκτελώντας σοβαρή πολεμική αποστολή του Αλή Πασά.
Το 1805 εγκαταλείπει την αυλή του Αλή Πασά και ενσωματώνεται στο σώμα του θρυλικού Κατσαντώνη ως ψυχογιός. Εκεί γρήγορα έδειξε τα σπάνια πολεμικά του προτερήματα, φονεύοντας ο ίδιος τον τρομερό Βεληγκέγκα, κορυφαίο οπλαρχηγό και δερβέναγα του Αλή Πασά. Με την πράξη του αυτή ξεδιπλώνει τα ηγετικά του προσόντα και γίνεται πρωτοπαλίκαρο του Κατσαντώνη.
Το 1811 πέφτει με προδοσία στα χέρια του Αλή Πασά ο Κατσαντώνης, ο αετός των βουνών και της κλεφτουριάς. Και λίγα χρόνια αργότερα δολοφονείται και ο αδερφός του Λεπενιώτης. Τα κλέφτικα μπουλούκια αναγκάζονται να προσκυνήσουν τον Αλή.
Θεριό γίνεται όταν τον βλέπει ο Αλής. Γιατί είχε σκοτώσει τον φίλο του Βεληγκέγκα. «τι θέλεις να σε κάνω, ορέ Καραϊσκάκη;» τον ρώτησε αγριεμένος και αναταράζοντας τις πιστόλες του. «αν με γνωρίζεις άξιο για αφέντη, κάνε με αφέντη, αν με γνωρίζεις άξιο για υπηρέτη, κάνε με υπηρέτη. Αν δεν κάνω για τίποτε, ρίξε με μέσα στη λίμνη» του απάντησε. Και η απάντησή του τον έσωσε. Και τον έκανε αξιωματικό των τσοχατζαραίων. Πέντε μήνες πολεμά με το στρατό του Αλή εναντίον του Σουλτάνου.
Αναφορά του Γ. Καραϊσκάκη προς τη Διοίκηση, όταν πληροφορήθηκε το θάνατο της γυναίκας του. «προτιμώ και αυτής της οικίας μου την παντελή καταστροφήν, δια να μην παραιτήσω εις αυτάς τας κρίσιμους περιστάσεις την υπηρεσίαν του τόπου μου, υπέρ του οποίου θέλω θυσιάσει το ολίγον αίμα μου».
Η γυναίκα του Γκόλφω ήταν κόρη του Αλεξανδρογιαννάκη, της αρματολικής οικογένειας του Βάλτου. Διέμενε στα Γιάννενα και ζούσε στην αυλή του Αλή ως ψυχοκόρη του. Εκεί τη γνώρισε ο Καραϊσκάκης και την έκλεψε, φεύγοντας οριστικά από την υπηρεσία του Αλή. Η Γκόλφω του χάρισε τρία παιδιά, τον Σπύρο και δύο θυγατέρες.. Για την ασφάλεια μετέφερε την οικογένειά του στο νησάκι Κάλαμος, κοντά στο Αιτωλικό. Η γυναίκα του πέθανε το 1826. οι υποχρεώσεις προς την πατρίδα και τον επαναστατικό αγώνα δεν επέτρεψαν στον Καραϊσκάκη να μεταβεί στον Κάλαμο για να παρευρεθεί στην κηδεία της.
Η πρώτη κόρη του, Πηνελόπη, παντρεύτηκε τον Ανδρέα Νοταρά και η δεύτερη, η Ελένη, τον Ι. Δεληγιάννη.
Ο γιος του Σπύρος Καραϊσκάκης έγινε αξιωματικός του ελληνικού στρατού και ηγήθηκε του απελευθερωτικού αγώνα των κατοίκων του Ραδοβιζίου Άρτας (1854-1880). Με πολεμική του προκήρυξη στις 30 Ιανουαρίου 1854 από το μοναστήρι της Παναγίας Μεγαλόχαρης τονίζει ότι η Άρτα είναι η «ΓΗ ΤΗΣ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΜΟΥ» «Αποθνήσκων ο πατήρ μου έκραζε: «λυτρούτε τας Αθήνας», αφείς δε ως μόνον κληροδότημα εις εμέ την μάχαιραν αυτού εξέπνευσε. Λαβών το κληροδότημα του πατρός και τας μεν Αθήνας ευρών ελευθέρας, τη δε γην της γεννήσεώς του δούλην, έδραμον προς υμάς, ω λαέ της Ηπείρου.»
Την προκήρυξη αυτή καθώς και τη διαθήκη του πατέρα του, παρέδωσε ο Σπύρος Καραϊσκάκης στο φίλο της οικογένειας Κ. Παπαρρηγοπούλο, τον εθνικό ιστορικό, που τα δημοσίευσε στην εφημερίδα «Έλλην» το 1867.
Λίγο πριν ανάψει το καριοφίλι της λευτεριάς, αφήνει τον Αλή και τα Γιάννενα και έρχεται στο χωριό του, τη Σκουληκαριά. Ξεσηκωμένος ο κόσμος, περιμένει το σύνθημα. Εξουσιοδοτημένος από τον Γώγο Μπακόλα, παίρνει μέρος στη σύσκεψη των Φιλικών στη Λευκάδα. Εκεί στις 30 Γενάρη 1821, Κυριακή των Απόκρεω, παίρνει εντολή να ηγηθεί του αγώνα στη Δυτική Στερεά.
- Στις 22 Μαρτίου 1821 κηρύσσει την επανάσταση στο Βουργαρέλι Άρτας. Ολόκληρη φάλαγγα Τούρκων εξολοθρεύεται στο μοναστήρι «ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ» και το πολεμικό υλικό της πέφτει στα χέρια του.
- Στις 30 Μαϊου 1821 χτυπά έξω από το Κομπότι ενέδρα των Τούρκων και σώζει από βέβαιη αιχμαλωσία απόσπασμα Ελλήνων και Αλβανών επαναστατών που βάδιζαν ανυποψίαστοι προς το χωριό, νομίζοντας πως αυτό είχε πέσει στα χέρια των Ελλήνων.
- Στις 8 Ιουνίου με λίγους μονάχα πολεμιστές διαλύει στο Κομπότι στρατόπεδο 3000 Τούρκων και αναγκάζει τους διασκορπισμένους άντρες του να κλειστούν στο ναό του Αγίου Γεωργίου και σε άλλα κτήρια για να σωθούν. Εκεί βρίζοντας και χλευάζοντας τους Τούρκους, σήκωσε τη φουστανέλα του και τους έδειχνε τα οπίσθία του. Έναε Τούρκος τον πυροβόλησε και τον τραυμάτισε.
- Με βοηθό του τον Γιάννη Μακρυγιάννη και 300 παλικάρια χτυπά την τουρκική φρουρά του Νεοχωρίου και τη διαλύει. Συγκεντρώνει τρόφιμα και στρατολογεί από εκεί παλικάρια, για τη μεγάλη ώρα που πλησιάζει: τη μάχη της Άρτας. Αφάνισε το σταθμό των Τούρκων στο Μεσόπυργο Άρτας μαζί με το θείο του Γώγο Μπακόλα.
- Στις 15 Νοεμβρίου το πρωί αρχίζει η μάχη της Άρτας. Η πόλη καταλαμβάνεται από τους επαναστάτες. Οι Τούρκοι κλείνονται στο κάστρο, στη Μητρόπολη και σε πέντε περιτοιχισμένα σπίτια. Ο Καραϊσκάκης επιτίθεται με παρέα με τον Μάρκο Μπότσαρη από το Μαράτι. Φθάνει στο θρυλικό γεφύρι, το καταλαμβάνει και αρπάζει τα κανόνια των Τούρκων, οι οποίοι τρέπονται σε φυγή. Καραϊσκάκης και Μάρκος μπαίνουν πρώτοι στην πόλη και αφήνουν με τον ηρωισμό τους άφωνους τους άλλους αγωνιστές. «μα την πατρίδα αυτοί δεν ήταν άνθρωποι, ήταν αητοί στα ποδάρια και λιοντάρια στην καρδιά!» «Ένα τουφέκι ρίξαν εις τους Τούρκους και βγάλανε τα σπαθιά. Και τους αφάνισαν και τους έμπασαν εις την χώραν», αφηγείται ο Γιάννης Μακρυγιάννης, που τους έβλεπε και τους καμάρωνε από κοντά.
- Αρχές Φλεβάρη του 1822 Καραϊσκάκης και Γώγος Μπακόλας αφανίζουν τη φρουρά των Τουρκών στο Πύργο της Σουμερού (Μεσόπυργο) στο Γάβρογο.
- Τέλος, στις 4 Ιουλίου του ίδιου έτους, οι ίδιοι πρωταγωνιστές πήραν μέρος με πολλούς Φιλέλληνες στην άτυχη μάχη του Πέτα.
Η ανδρεία του και η λαϊκότητά του τον έκαναν μύθο και θρύλο. Γι’ αυτό και γοήτευε και συνέπαιρνε τους απλούς μαχητές που συνέρεαν και γέμιζαν τα στρατόπεδα των ατάκτων του. Τα παλικάρια ορκίζονταν στο όνομά του. Γιατί σε όλη τη σκληρή του διαδρομή στα σώματα των κλεφτοκαπεταναίων και από τις πρώτες του κιόλας αναμετρήσεις με τους εχθρούς στα βουνά της γενέθλιας γης, άλλο δεν έκανε παρά να μπαίνει στις μάχες μπροστά και να μοιράζεται με τους συντρόφους του τη ζωή και το θάνατο εξίσου και όλα αυτά μέσα από αντίξοες συνθήκες. Με κλονισμένη την υγεία του και τον κατατρεγμό των εχθρών του ιδιαίτερα του Α. Μαυροκορδάτου, που ως Διευθυντής της Δυτικής Ελλάδας την άνοιξη του 1824 τον πέρασε από δίκη στο Αιτωλικό για εσχάτη προδοσία. Και κανείς στρατηγός δεν ευτύχησε σαν αυτόν να βλέπει να συρρέουν τα πλήθη κοντά του και, οδηγημένα από τη βεβαιότητα της πανάκριβης πείρας του και το σπινθηροβόλο του βλέμμα, να προχωρούν από νίκη σε νίκη, τη στιγμή που έφτασαν όλα να κρέμονται από μια κλωστή κι ελπίδα στον προσκυνημένο ραγιά να μη μένει.
Στο Χαϊδάρι (8 Αυγούστου 1826)
Αναμετρήθηκε με οκτώ χιλιάδες πεζούς και δύο χιλιάδες ιππείς του Κιουταχή. Οι άλλοι συμπολεμιστές τους τα χάνουν μπροστά σε τόσο στρατό που βαδίζει συγκροτημένος, αποφασισμένος και βέβαιος για τη νίκη ο Καραϊσκάκης περνούσε τα οχυρώματα και εμψύχωνε τους στρατιώτες του. Με διακόσιους αγωνιστές χύνεται ο ίδιος απάνω τους και τους γυρίζει πίσω, σώζοντας το στρατόπεδο από την καταστροφή.
Στην Αράχωβα (Νοέμβρης 1826)
Πετιέται από το γιατάκι του άρρωστος από φθίση και πιάνει το γιαταγάνι του, γυρίζοντας σαν δαιμονισμένος μες στο χωριό και ξεσηκώνοντας τους αγωνιστές που μπήκαν στα σπίτια για να προστατευτούν από το χιόνι. Στιγμή κρίσιμη για τη τύχη του στρατοπέδου του και του αγώνα. Χτυπιέται με δύο χιλιάδες εχθρούς. Γλύτωσαν περίπου τριακόσιοι. Η κατάσταση σώθηκε. Οι ελπίδες αναπτερώθηκαν. Ο αγώνας οδηγεί προς την ελευθερία.
Στο Κερατσίνι (Μάρτης 1827)
Τρεις με τέσσερις χιλιάδες Τουρκαρβανίτες οδηγεί ο Κιουταχής στο Κερατσίνι για να διαλύσει το στρατόπεδο των Ελλήνων. Αντιστέκονται τέσσερις ώρες στο σκληρό σφυροκόπημα των κανονιών του. Και τους αφήνουν να πλησιάσουν στα ταμπούρια τους. Μια χούφτα Έλληνες μπρος στη δύναμη του εχθρού. Τους στήνει καρτέρι ο στρατηγός. Και τους διαλύει. Μια νίκη λαμπρή που την είχε ανάγκη η πατρίδα στις δύσκολες ώρες.
Ήταν στο Φάληρο. 22 Απρίλη 1827. και το σχέδιο οργανωμένο για το χτύπημα του εχθρού που βρίσκεται εκεί. Το μεσημέρι έφαγε λίγο ψωμί και ξάπλωσε να ησυχάσει. Η διαταγή ήταν σαφής: να αποφύγουν οι στρατιώτες του κάθε σύγκρουση με τον εχθρό. Δεν πρόλαβε να ησυχάσει όταν άκουσε πυροβολισμούς. Πετάχτηκε από το στρώμα του. Του μηνούν ότι οι δικοί του χτυπιούνται με τους άλλους. Καβαλάει το άλογό του και τρέχει οργισμένος στη μάχη. Γυρίζουν πίσω οι Τούρκοι.
Ήταν 4 το απόγευμα. Ένα βόλι χτυπά το βουβώνα του. Δεν είναι τίποτα, λέει. Μα ήταν το τέλος του. «Επληγώθη από το μέρος των Ελλήνων, εγνώριζε τον αίτιον και αν ήθελε ζήσει, ήθελε τον κάμει γνωστόν και εις το στρατόπεδον», γράφει ο βιογράφος του Δημήτριος Αινιάν. Στις 4 το πρωί της 23ης Απρίλη του 1827, πριν ξημερώσει του Αγίου Γεωργίου, ο Γεώργιος Καραϊσκάκης παραδόθηκε στο βόλι του θανάτου.
Τον έκλαψε η Ρωμιοσύνη. Και τον τίμησε και τον αποχαιρέτησε σαν πατέρα της και θρήνησε την απουσία του. Τάφηκε κατ’ επιθυμίαν του στο ναό του Αγίου Δημητρίου στη Σαλαμίνα.
Αυτό το κατατρεγμένο από τα γεννοφάσκια του αγόρι, που δεν υποτάχτηκε στη μοίρα του και δεν κρύφτηκε μες στο ανώνυμο πλήθος, για να κρύψει σε αυτό τη ντροπή που τη φόρτωσαν οι άλλοι. Ότι κέρδισε το κέρδισε μόνο με το σπαθί του. Και με τη λεβεντιά του. Γιατί βρέθηκε να θερίζει τις θύελλες μόνος του, κυκλωμένος από καταιγίδες και ταπεινώσεις. Κι άλλο αστέρι κι άλλη αχτίδα μπροστά του δεν έβλεπε παρά αγώνα μονάχα και πάλη.
Κι αντήχησε το όνομά του στις στεριές και τα πέλαγα και ένας φόβος απλώθηκε για το μέλλον τους στις καρδιές των Ελλήνων, όταν πλάγιαζε πλέον για πάντα, ηρωικός και μετάλλινος, σαράντα πέντε μόλις χρονών, στα ιερά χώματα της Σαλαμίνας. Αργότερα το 1835 με Β.Δ. του Όθωνα τα οστά του μεταφέρθηκαν στο Φάληρο όπου τραυματίστηκε θανάσιμα. Και μετά την κατασκευή του σταδίου που φέρει το όνομά του, τοποθετήθηκαν έξω από αυτό στο χώρο που είναι σήμερα.
Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης και γεννήθηκε και έδρασε στη Σκουληκαριά της Άρτας. Στη Σκουληκαριά που ήταν η γενέτειρα του και την ένιωθε για πραγματική του πατρίδα. Ποτέ δε σύνηψε κανέναν συναισθηματικό και συγγενικό δεσμό ούτε με το Μαυρομάτι ούτε με την ευρύτερη περιοχή της Καρδίτσας. Καμιά του πολεμική δραστηριότητα δεν σημειώθηκε στα μέρη αυτά. Ο χώρος της στρατιωτικής και πολεμικής του δράσης ήταν η Σκουληκαριά, τα όρη του Βάλτου και η περιοχή του Καρπενησίου και των Αγράφων.
Οι συμπολεμιστές του Γεώργιου Καραϊσκάκη έγραψαν με τα ίδια τους τα χέρια στον τάφου στη Σαλαμίνα: «Ο ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗΣ ΓΕΝΝΗΘΗΣ ΕΝ ΑΡΤΗ ΚΑΙ ΔΙΑΠΡΕΨΑΣ ΕΙΣ ΠΟΛΛΑΣ ΜΑΧΑΣ ΕΠΕΣΕΝ ΕΝΔΟΞΩΣ ΕΝ ΤΗ ΑΚΡΟΠΟΛΕΙ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ ΜΑΧΟΜΕΝΟΣ ΤΗΝ 22 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1827»
Ο αγωνιστής Γιάννης Μακρυγιάννης σημειώνει σε γράμμα του προς τον κυβερνήτη Ι. Καποδίστρια: «Μετρούμεν ενδόξως υπέρ πατρίδος πεσόντας περίπου των 400 Αρτινών Αγωνιστών, στους οποίους συγκαταλέγεται και ο αείμνηστος Γεώργιος Καραϊσκάκης».
Ο Ιταλός δημοσιογράφος Ιωσήφ Πέκκιο σημειώνει το 1826 πως, όταν επισκέφθηκε τον Καραϊσκάκη στο Άργος το 1825 και τον ρώτησε για τον τόπο γέννησής του, αυτός του απάντησε ότι είναι Ηπειρώτης, που γεννήθηκε στην Άρτα.
Ο F.C.H.L. POUQYEVILLE, γενικός πρόξενος στον Αλή Πασά, ιστορικός, συγγραφέας κλπ. γράφει: «Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης, γεννηθείς το έτος 1782 εις Σκούλι της Καρυάς, εν τη επαρχία της Άρτας, ήτο υιός καλογραίας».
Ο βιογράφος, συμπολεμιστής και ιδιαίτερος γραμματέας του Δημήτριος Αινιάν γράφει: «Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης εγεννήθη εις το 1872 έτος. Η μήτηρ του ήτον καλογραία γεννημένη εις το χωρίον Σκουληκαριάν της επαρχίας Άρτας».
Ο εθνικός ιστορικός Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος γράφει: «Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης εγεννήθη το 1782 εις Σκουληκαρυάν (ή Σκωληκοκαρυάν) της επαρχίας Άρτας από μοναχής τινός».
Ο K. MENDELSSOHN – BARTHOLDY γράφει το 1894 στην Ιστορία της ελληνικής επαναστάσεως: «Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης γεννηθείς εν Σκουληκαριά της επαρχίας Άρτης εν έτει 1782 ήτο υιός καλογρέας, πατρός δε αγνώστου».
Ο Π. Κανελλόπουλος, ακαδημαϊκός, καθηγητής πανεπιστημίου και πρωθυπουργός της Ελλάδας γράφει στην Ιστορία του ευρωπαϊκού πνεύματος το 1976: «Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης είχε γεννηθεί σε ένα χωριό της περιοχής της Άρτας».
Ο Γεώργιος Γαζής, βιογράφος, πρώην γραμματέας, μυστικός σύμβουλος και χιλίαρχος του στρατηγού Καραϊσκάκη, γράφει στην Αίγινα το 1828: «Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης κατήγετο από την Άρταν (εξ Αμφιλοχίας) από χωρίον Σκουληκαριάν».
Οι αγωνιστές και γραμματικοί του αγώνα Νικόλαος Κασομούλης και Λάμπρος Κουτσονίκας αναφέρουν πως «Ο Καραϊσκάκης κατήγετο από το Ροδοβίζι», γεωγραφική περιφέρεια στην οποία ανήκει η Σκουληκαριά.
Ιστορικοί, ερευνητές, μελετητές, πολιτικοί και στρατιωτικοί, όπως οι πρωθυπουργοί Δ. Γούναρης και Σ. Μαρκεζίνης, οι στρατηγοί Δ. Μπότσαρης, Χ. Χατζημιχάλης και Λ. Σταμάτης, οι ακαδημαϊκοί Κ. Ρωμαίος και Ι.Κ. Μαζαράκης – Αινιάν, ο καθηγητής Ηλίας Μπάκος, ο γεν. επιθεωρητής Α’ Εκπαίδευσης Κ. Μαντάς, οι ιστορικοί Κ.Μ. Μέκιος και Ι. Νουχάκης, ο λυκειάρχης Φ. Οικονόμου, ο γυμνασιάρχης Γ. Τσαγκρής, σημειώνουν πως η γενέτειρα του Γεωργίου Καραϊσκάκη ήταν η Σκουληκαριά Άρτας.
Σημειώνουμε εδώ πως ο Χρ. Περραιβός, θεσσαλός στρατιωτικός, στα πολεμικά του απομνημονεύματα διασώζει μια διαφορετική παράδοση της περιοχής Μαυροματίου Καρδίτσας, ότι ο Γεώργιος Καραϊσκάκης γεννήθηκε σε μια σπηλιά κοντά στο Μουζάκι. Τη γνώμη του ακολουθεί και ο Δ. Σουρμελής και αργότερα ο Γ. Βλαχογιάννης.
Με το υπ΄ αριθ. 181/9-9-2005 Προεδρικό Διάταγμα, το οποίο δημοσιεύτηκε στο αρ. φύλλου 230 της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως, καθιερώνεται η προτελευταία Κυριακή του Ιουλίου «ως δημόσια εορτή τοπικής σημασίας για το Δημοτικό Διαμέρισμα Σκουληκαριάς του Δήμου Γεωργίου Καραϊσκάκη προς τιμή του ήρωα του 1821 Γεωργίου Καραϊσκάκη». Με το άρθρο 2 του Π.Δ. ορίζεται πως «οι εκδηλώσεις του εορτασμού, οι οποίες θα γίνονται στο δημοτικό Διαμέρισμα της Σκουληκαριάς, περιλαμβάνουν γενικό σημαιοστολισμό από την 8η πρωινή μέχρι τη δύση του ηλίου της προτελευταίας Κυριακής του Ιουλίου και φωταγώγηση του δημοτικού καταστήματος και των λοιπών δημόσιων κτηρίων, από τη δύση του ηλίου της προτελευταίας Κυριακής του Ιουλίου μέχρι τις πρωινές ώρες της επομένης».
Ο Δήμος Γεωργίου Καραϊσκάκη, με τη συνεργασία της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Άρτας, έχει θεσμοθετήσει και καθιερώσει προς τιμή του ήρωα σειρά εκδηλώσεων με τον τίτλο «Καραϊσκάκεια», οι οποίες τελούνται στη Σκουληκαριά, γενέτειρα και πατρίδα του, κάθε χρόνο το μήνα Ιούλιο. Σκοπός τους είναι η προβολή και η ανάδειξη του έργου Κι της προσωπικότητας του στρατηγού Γεωργίου Καραϊσκάκη, ενός ανθρώπου που ακολούθησε τη φωνή της ψυχής του και αφιέρωσε ολόκληρη τη ζωή του στην ιδέα του αγώνα για την ελευθερία της πατρίδας.
Οι πολιτιστικές εκδηλώσεις περιλαμβάνουν ομιλίες, θεατρικές παραστάσεις, συναυλίες, χορευτικά συγκροτήματα κλπ. και πραγματοποιούνται στην πλατεία του Δημοτικού Διαμερίσματος της Σκουληκαριάς, μπροστά στην προτομή του ήρωα, η οποία κοσμεί το κέντρο του χωριού.
Στη διάρκεια των εκδηλώσεων σημαντικό πλήθος ανθρώπων των γραμμάτων, των τεχνών και του πολιτισμού επισκέπτεται τη Σκουληκαριά, για να αποτίσει φόρο τιμής στον ήρωα Γεώργιο Καραϊσκάκη.
Ανάμεσα στις κορυφαίες εκδηλώσεις περιλαμβάνεται η ανακομιδή μέλους του σώματος του ήρωα από τη Σαλαμίνα, τόπο ταφής του, στη Σκουληκαριά, τόπο γέννησής του. Η τελετή της ανακομιδής αποτέλεσε μέρος ημερίδας για τον Γεώργιο Καραϊσκάκη, η οποία πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα Διώνη του Εκθεσιακού Κέντρου Άρτας τον Ιούλιο του 2002.
Παρέστησαν στις εκδηλώσεις και τίμησαν με την παρουσία τους τις πρωτοβουλίες του δήμου σημαντικοί παράγοντες της τοπικής αυτοδιοίκησης. Ιδιαίτερη σημασία έχει για τον τόπο μας η επίσκεψη στη Σκουληκαριά εκπροσώπων περιοχών και δήμων που συνδέονται στενά με τις πιο λεπτές και συγκλονιστικές στιγμές της ζωής, της στρατιωτικής ιδιοφυίας και του θανάτου του Γεωργίου Καραϊσκάκη.
Αν γράφονταν κάπως αλλιώς οι ιστορίες και αν είχαμε μάτια που την άντεχαν την αλήθεια και νου ξάστερο κι αισθήματα ανθρώπινα που το αγαπούσαν το δίκιο και το ‘θέλαν, ίσως αυτό το γενναίο παλικάρι που δεν γνώρισε τη θαλπωρή του σπιτιού, μα γεύτηκε μόνο την περιπλάνηση και την τιμωρία κι είχε τη δύναμη, ωστόσο, να λυγίσει τα σίδερα και να σπάσει τα σύρματα που τον έσφιγγαν γύρω του, αυτό λοιπόν, το παιδί το ορφανό και το μόνο, το παιδί αυτό της άλλης μας μοίρας θα το υιοθετούσαμε σαν του έθνους παιδί και θα το γράφαμε στα δημοτολόγια της μεγάλης πατρίδας ως έναν αλλιώτικο άγιο, που του πρέπουν ανθηρές τελετές και ευλογίες και δόξες αμάραντες.
Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης, το παιδί της Σκουληκαριάς και του έθνους, είναι η καταπληκτική και η εξαίρετη εκείνη σελίδα της ιστορίας που καταγράφει το μεγαλείο και την απρόσμενη ομορφιά της ζωής. Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης είναι ο κανένας που πάλεψε μόνος του και έγινε ο Ένας. Είναι η λαμπρή νίκη και ο ανεκτίμητος θρίαμβος του Ατόμου.
Γεώργιος Καραϊσκάκης
Της Σκουληκαριάς
Της Άρτας
Της Ελλάδας
Της Οικουμένης
ΕΚΔΟΣΗ 2008
ΔΗΜΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗ
ΝΟΜΟΥ ΑΡΤΑΣ
ΠΑΝΑΓΙΑ ΔΙΑΣΕΛΛΟΥ
Τ.Κ. 47048
ΤΗΛ. 26810 67340 - 67679
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΒΛΑΧΟΠΑΝΟΣ
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΗΡΑΚΛΗΣ ΓΩΓΟΣ
ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ – ΕΚΤΥΠΩΣΗ ΕΝΤΥΠΩΣΙΣ ΜΑΤΑΤΣΗΣ Κ. – ΦΩΤΗΣ Μ. Ο.Ε. ΤΗΛ. 26810 23010 | www.entiposis.gr